Ακενατόν

Ο Αμένοφις Δ', επίσης Αμενχοτέπ Δ΄ (περίπου 1353-1336 Π.Κ.Ε.) ή 1351–1334 ΠΚΕ, περισσότερο γνωστός με το όνομα Ακενατόν, (|ɑː|k|ə|ˈ|n|ɑː|t|ən) Αμενχοτέπ ή Αμένοφις κατά την ελληνοποιημένη εκδοχή ήταν Φαραώ της Αιγύπτου, ο δεύτερος γιος του Αμένοφι III. Την περίοδο της βασιλείας του πατέρα του δεν αναπαριστάνεται μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Το ασυνήθιστο αυτό γεγονός μπορεί να οφείλεται στην ασθενική φύση και το παράξενο παρουσιαστικό του και οδήγησε ορισμένους ιστορικούς στο συμπέρασμα ότι ήταν παραγκωνισμένος από τη φαραωνική οικογένεια. H ανατροφή του ανατέθηκε στο ιερατείο του Ρα στην Ηλιούπολη και όχι στο ιερατείο του Άμμωνα, παραδοσιακού προστάτη του βασιλικού οίκου. Με τον πρόωρο θάνατο του μεγαλύτερου αδερφού του και χάρη στην εύνοια της μητέρας του βασίλισσας Τίυε, ο Αμένοφις IV ορίστηκε διάδοχος. Με βάση πρόσφατες έρευνες, με την βοήθεια της χρήσης DNA από μούμιες του τάφου του Τουταγχαμών, θεωρείται πως ο Ακενατόν ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, ο πατέρας του Τουταγχαμών, γεγονός που για πολλά χρόνια αμφισβητούταν.
Η μεταρρύθμιση
Αμέσως μόλις ο νεαρός Φαραώ ανέβηκε στο θρόνο, έβαλε μπροστά ένα μεγαλόπνοο και προσεκτικά οργανωμένο, όπως αποκαλύπτεται, μεταρρυθμιστικό σχέδιο. Αρχικά η επανάστασή του ήταν ειρηνική. Εισηγήθηκε τη λατρεία του Aτόν ως ύψιστου θεού-δημιουργού δίχως να απορρίπτει την ύπαρξη των άλλων θεών, οι οποίοι όμως αυτόματα υποβιβάστηκαν έτσι σε κατώτεροί του. Ο αρχαϊκός Ατόν εξυψώθηκε σε θεό του φωτός, στοργικό πατέρα του δημιουργημένου κόσμου και ταυτίστηκε με τον γερακοκέφαλο Ρα-Αράκχτυ.
Φαίνεται όμως πως η μετριοπαθής αυτή ενοθεϊστική/μονοθεϊστική στάση δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Αγανακτισμένος από τις αντιδράσεις που ξεσήκωνε στις Θήβες το παλιό ιερατείο του Άμμωνα, ο Φαραώ αποφάσισε να ακολουθήσει ριζοσπαστικότερες λύσεις. Ο νεαρός φαραώ μετέφερε την πρωτεύουσα από τις Θήβες στην καινούργια πόλη που έχτισε στην περιοχή της σημερινής ελ-Αμάρνα, στα μισά της απόστασης ανάμεσα στη Μέμφιδα και τις Θήβες. Η πόλη ονομάστηκε Ακχετατόν («Ορίζοντας του Aτόν») και ήταν αποκλειστικά αφιερωμένη στον Aτέν. Το λαμπρότερο στολίδι της ήταν, φυσικά, ο ναός του θεού και το σχέδιό του ήταν εντυπωσιακά πρωτοποριακό. Στο πέμπτο έτος της βασιλείας του, ο Ακενατόν εγκαταστάθηκε στην πόλη που έμελλε να γίνει η πρωτεύουσά του.
Ο θεός δε λατρευόταν, σύμφωνα με την παράδοση, στο μισοσκόταδου του άδυτου, όπου είχαν πρόσβαση μόνο οι ιερείς, αλλά κάτω από το φως του ήλιου, σε τεράστιους υπαίθριους χώρους, ανοιχτούς σε όλους τους πιστούς. Η φρεσκάδα της τέχνης που αναπτύχθηκε στην καινούργια πόλη, όπως αποτυπώνεται μέσα από τη φυσιολατρική έκφραση και την ελεύθερη επιλογή των θεμάτων, φανερώνει το ανανεωτικό αίσθημα ελευθερίας που ενέπνευσε η καινούργια λατρεία, σπάζοντας τους ασφυκτικούς περιορισμούς του παρελθόντος. Η αγάπη της ομορφιάς, η αγάπη της φύσης και ο ρεαλισμός αντικατέστησαν την αυστηρότητα της φόρμας που επέβαλλε η παράδοση. Ο Aκχενατόν και η οικογένειά του είναι ο πρώτος –και για πολλούς αιώνες ο μόνος– βασιλικός οίκος στην ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου που απεικονίζονται όπως πραγματικά είναι και όχι εξιδανικευμένοι όπως επέβαλλαν τα παραδοσιακά πρότυπα.
Περίπου την εποχή που ο Φαραώ μετέφερε την πρωτεύουσά του, έκανε ένα ακόμη βήμα που σηματοδοτούσε την αποφασιστικότητά του να αντιταχθεί στην παράδοση. Άλλαξε το όνομά του από Αμένοφις (αιγυπτιακά Αμενχοτέπ, «Ο Άμων είναι ικανοποιημένος») σε Aκενατόν, δηλαδή, «Εκείνος που προσφέρει υπηρεσία στον Aτόν» ή, σύμφωνα με μια εναλλακτική ανάγνωση, «Φωτισμένη εκδήλωση του Aτόν». Το ίδιο έκανε κι η βασίλισσά του, η Νεφερτίτη.
Η γερακοκέφαλη μορφή του Ρα-Αράκχτυ αντικαταστάθηκε τώρα από το σύμβολο ενός ηλιακού δίσκου («Aτόν» σημαίνει στην κυριολεξία «φωτεινός δίσκος»). Ο ηλιακός δίσκος αναφέρεται για πρώτη φορά ως θεός στην Ιστορία του Σινουχέ από τη 12η δυναστεία. Οι καθοδικές ακτίνες του κατέληγαν σε ανθρώπινα χέρια, ορισμένα από τα οποία κρατούσαν το ιερό ανκχ, σύμβολο της ζωής. Στην ουσία ο Aτόν δεν αντιπροσώπευε τον ήλιο ως υλικό ουράνιο σώμα, αλλά τη Μονάδα, τη μία ζωοδόχο πηγή που συντηρεί τη δημιουργία με το φως της. Η μορφή της λατρείας του Aτόν, όπως αποκαλύφτηκε στο λαμπρό ναό της νέας πρωτεύουσας, δεν απαιτούσε πλέον τη μεσολάβηση των ιερέων όπως η λατρεία των άλλων μεγάλων θεών και αυτή ήταν η πιθανώς η επαναστατικότερη από όλες τις μεταρρυθμίσεις. Ο λαός λάτρευε ουσιαστικά τον φαραώ και τη σύζυγό του, ενώ οι ίδιοι λάτρευαν τον Ατόν.
Έως αυτό το χρονικό σημείο ο Ακενατόν δεν είχε καταπιέσει τη λατρεία του Άμμωνα και στο 4ο έτος της βασιλείας του ο αρχιερέας του Άμωνα Ρα ήταν ακόμη ενεργός Η αντικατάσταση ωστόσο του Άμωνα Ρα από τον Ρα-Αράκτυ φαίνεται πως ξεσήκωσε τις μεγαλύτερες αντιδράσεις και όχι αποκλειστικά από το ιερατείο του Άμωνα αυτή τη φορά. Το κύμα των αντιδράσεων κορυφώθηκε σε σημείο που ο Aκχενατόν έχασε την ψυχραιμία του. Λίγο μετά τον ένατο χρόνο της βασιλείας του έκλεισε τους ναούς των άλλων θεών, εξαπέλυσε σκληρές διώξεις κατά των ιερέων του Άμωνα και διέταξε τη διαγραφή του ονόματός του, καθώς και της λέξης «θεοί» από όλα τα μνημεία της χώρας.
Η πτώση
Όμως ο Aκχενατόν δεν έζησε αρκετά ώστε η θρησκευτική επανάσταση να προλάβει να ριζώσει. Πέθανε τον δέκατο έβδομο χρόνο της βασιλείας του, αποκαρδιωμένος από το θάνατο της μητέρας του, της γυναίκας και πολύτιμης συμμάχου του Νεφερτίτης και μιας από τις έξι κόρες του. Η τελευταία απεικόνιση της οικογένειας της Αμάρνα και του Ακενατόν βρίσκεται στον τάφο του Μέρυρα Β' και χρονολογείται από τον 12ο χρόνο της βασιλείας του Για τα επόμενα πέντε χρόνια έως τη διαδοχή του Τουταγχαμών, οπότε και ξεκαθαρίζονται σχετικά οι γνώσεις μας για τον χρόνο βασιλείας του Ακενατόν, το ιστορικό αρχείο είναι ασαφές.
Οι νεαροί διάδοχοί του Σμενκαρέ και Τουταγχατόν –που σύντομα άλλαξε το όνομά του σε Τουταγχαμών– δεν είχαν το σθένος να αντισταθούν στις πιέσεις του αποδυναμωμένου αλλά ισχυρού ακόμη ιερατείου του Άμωνα. Λίγο μετά το θάνατό του, ο Aκχενατόν χαρακτηρίστηκε «καταραμένος», η πρωτεύουσά του εγκαταλείφθηκε, τα κτίσματά του καταστράφηκαν και το όνομά του διαγράφτηκε από τα επίσημα αρχεία του κράτους. Η λατρεία του Aτόν συνεχίστηκε μερικά χρόνια ακόμη. Όμως χωρίς την υποστήριξη ενός ισχυρού ιερατείου, σύντομα ξεχάστηκε. Ωστόσο, τούτη η πρώιμη ρίζα του ενοθεϊσμού πολύ αργότερα θα βρει το δρόμο της ως ιδεολογία της ανθρώπινης φυλής στην ιστορία της εξέλιξης των θρησκειών.

Tags: